«Γιώργος Σούλιος: Το Σεργιάνι μου στη ζωή», ιχνογραφεί ο Δημήτρης Β. Καρέλης.
Ιχνογραφεί ο Δημήτρης Β. Καρέλης
Ο Γιώργος Σούλιος, γεννήθηκε το 1943, στο Σαρακατσάνικο κονάκι του πατέρα του στην Καρυά Ολύμπου, μεγάλωσε στην Ομβριακή Δομοκού, τελείωσε το Γυμνάσιο Δομοκού και σήμερα είναι Ομότιμος Καθηγητής στο Τμήμα Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Ο Γιώργος Σούλιος όμως «χρείαν ημών ουκ έχει» προς επίρρωσιν της επιστημονικής, επαγγελματικής, πνευματικής και κοινωνικής του θέσης και σπουδαιότητας, καθώς τούτη την κέρδισε με κόπο, μόχθο κι αξία πραγματική.
Αφορμή για τούτες τις αράδες στάθηκε η μέγιστη για μένα τιμή να μου αποστείλει και να μου αφιερώσει το αυτογραφικό του πόνημα με τίτλο «Το Σεργιάνι μου στη ζωή» που συνέγραψε πρόσφατα, το οποίο συνελόντι ειπείν, μελέτησα με τη δέουσα προσοχή και τολμώ να πω ότι ενθουσιάστηκα.
Από τα προλεγόμενά του ακόμη σε προδιαθέτει θετικά και σου κινεί το ενδιαφέρον να το διαβάσεις μονορούφι, πράγμα εξαιρετικά σπάνιο για μια αυτοβιογραφία.
Όμως τούτο εδώ το μικροδιάστατο πόνημα των 123 σελίδων, δεν είναι μια απλή αναφορά στην ζωή ενός άξιου και ικανού ανθρώπου, όπως είναι ο Γιώργος Σούλιος, αλλά μια ηθογραφία, η καταγραφή μιας ζωής που πέρασε δια πυρός και σιδήρου από την απόλυτη σκληρότητα και τις δυσκολίες μιας αλλοτινής εποχής, στην επαγγελματική επιτυχία και την οικογενειακή ευτυχία.
Ο Γιώργος Σούλιος κατάφερε να περισυλλέξει τα διάσπαρτα μνημονικά του ίχνη και ν’ αποτυπώσει εδώ τη ζωή που ο ίδιος βίωσε, ως αυτόπτης μάρτυρας μιας εποχής που ήταν αγνή, ειδυλλιακή, αλλά προφανώς δύσκολη και εξουθενωτική, καταγράφοντας τη νομαδική ζωή της αρχέγονης ελληνικής φυλής των Σαρακατσαναίων, από την οποία κατάγεται, μέσα από την πορεία του ίδιου και της οικογένειάς του από τον Όλυμπο ως τη Βοιωτία και κατόπιν στη Φθιώτιδα και την Ομβριακή. Γαλουχημένος με το πνεύμα της θετικής επιστήμης ο συγγραφέας χαράσσει τις ακριβείς συντεταγμένες των προσωπικών του ενθυμήσεων, στο χώρο και το χρόνο, χωρίς εννοιολογικούς αιφνιδιασμούς, σ’ ένα ημερολόγιο αναμνήσεων.
Αποτυπώνει τη ζωή του από τα παιδικά και μαθητικά του χρόνια, ως τις σπουδές και την εξέλιξή του στις ανώτερες Καθηγητικές και διοικητικές βαθμίδες, ενώ ολοκληρώνει με την αναφορά του στην αγαπημένη του οικογένεια.
Δημιουργικός άνθρωπος με έντονη προσωπικότητα κλείνει το πόνημα με την φράση: «Εμένα πάντως οι όποιες φτωχές «πλάστρες φλόγες» υπάρχουν στην ψυχή μου θα σβήσουν με τη ζωή μου».
Ως κατακλείδα όμως έχω να καταθέσω πως, μεγαλύτερη εντύπωση μου προξένησε το γεγονός της αναφοράς στη μητέρα του αναγράφοντας τη λέξη μάνα με το «Μ» κεφαλαίο, «Μάνα», πράγμα που φανερώνει έναν άνθρωπο ευαίσθητο, πλήρη θετικών συναισθημάτων.
Δημήτρης Β. Καρέλης