Γράφει ο Δημήτρης Β. Καρέλης
Πλούσια η λαογραφική, πολιτισμική και θρησκευτική κληρονομιά
του τόπου μας. Τούτες λοιπόν τις μέρες της προσμονής της έλευσης του Θεανθρώπου,
στις 21 Νοεμβρίου, σχεδόν ένα μήνα πριν τα Χριστούγεννα, γιορτάζουμε την Είσοδο
της η Παρθένου Μαρίας, Μητέρα του Χριστού, στο Ναό του Θεού.
Κατά την παράδοση της Εκκλησίας, η
Θεοτόκος τριετίζουσα, οδηγήθηκε από τους γονείς της Ιωακείμ και Άννη, στο Ναό, για
να αφιερωθεί στο Θεό, σύμφωνα με τη δική τους δέσμευση, καθώς η ίδια γεννήθηκε
με θέλημα Θεού. Εκεί παρέμεινε για 11 ή 12 χρόνια, ώσπου επέστρεψε στην οικία
της, όντας 14 ή 15 ετών. Τούτη η γιορτή, τα Εισόδια της Θεοτόκου, ανήκει στις
Θεομητορικές εορτές.
Η λαϊκή ονομασία της γιορτής αυτής
είναι της «Παναγίας της Μεσοσπορίτισσας» ή «της Μισοσπορίτισσας» και
«Παναγία η Μεσοσπορίτισσα», ένα από τα πολυάριθμα επίθετα της Παναγιάς,
διότι τότε μεσιάζει η πρώιμη φθινοπωριάτικη σπορά. Ονομάζεται επίσης και «Πολυσπορίτισσα»,
καθώς τη μέρα ετούτη οι αγρότισσες μαγειρεύουν αποβραδίς σ’ έναν μεγάλο
τέντζερη, χύτρα, τσουκάλι ή κακκάβι και προσφέρουν ανήμερα στους δικούς τους, τα
πολυσπόρια (σιτάρι, κουκιά, φακές, φασόλια, ρεβίθια, καλαμπόκι, μπιζέλια και
άλλους ανάμικτους ποικίλους καρπούς) τα λεγόμενα και μπουρμπουρέλια (=όσπρια
διάφορα βρασμένα ), εξού και της «Παναγιάς Μπουρμπουρέλας» (=της Πολυσπορίτισσας).
Σε πολλά χωριά, παλιότερα παίρνανε πολυσπόρια (σιτάρι, ρεβίθια, καλαμπόκι,
κουκιά, φασόλια κλπ.) και πηγαίνανε στην βρύση ή στην πηγή, τα ρίχνανε μέσα και
λέγανε: «όπως τρέχει το νερό να τρέχει το βιο», για να έχουνε την ποθούμενη
γονιμότητα της γης.
Έπρεπε λοιπόν ίσαμε τότε να έχει
σπείρει ο γεωργός τα μισά του σπαρμένα, αν ήθελε να σοδέψει μπόλικο καρπό, ενώ
τη ανήμερα της γιορτής οι δουλευτές της υπαίθρου γιορτάζανε κι αργούσαν. «Μεσόσπορες,
μεσόφαες, μεσοκονόμα να 'χεις!» ή «μισόσπειρα, μισόφαγα, μισόχω να περάσω»,
έλεγαν τότες, καθώς εκτός της σποράς, μέσιαζε και η κατανάλωση των καρπών της προηγούμενης.
Αν λόγω του καιρού, μόλις είχε αρχίσει η σπορά, η γιορτή λεγόταν της «Αρχισπορίτισσας»,
κι αν πάλι είχε αποπερατωθεί, λεγόταν «Αποσπορίτισσα».
Αυτή τη μέρα βασιλεύει η πούλια,
αν τύχη ξαστεριά. Κι ότι καιρό θα κάμει αυτήν τη μέρα, θα κάμει και τις σαράντα
επόμενες. Αν δεν έχει βρέξει ως τότε, πρέπει κείνη την ημέρα να γίνει
λιτανεία, για να σπλαχνιστεί η Χάρη της Παναγίας να ρίξει νερό. Οι γεωργοί σε
πολλά χωριά δεν έπρεπε να ξυρίζονται όσο βαστούσε η σπορά, «για να βγουν
τα σπαρτά πυκνά».
Η συνήθεια των πολυσπορίων, έλκει
την καταγωγή της στην ελληνική αρχαιότητα, καθώς οι αρχαίοι Έλληνες συνήθιζαν κατά
τον Πυανεψιώνα μήνα, σημερινούς Οκτώβριο- Νοέμβριο, στην εορτή του θεού Απόλλωνα,
να βράζουν και να τρώνε πολύμικτα όσπρια και
προς τιμή του χθόνιου Ερμή, προστάτη των ποιμένων και των γεωργών, οι
Αθηναίοι έψηναν στις χύτρες τις «πανσπερμίες» (τα πολυσπόρια των καθ’
ημάς χρόνων). Παρόμοια έθιμα με τα πολυσπόρια και την ευλογία των
καρπών στις εκκλησιές, στην αρχαία Ελλάδα εκτός από την «Πανσπερμία» και τα «Πυανόψια
ή Πανόψια» ήταν και τα «Θαργήλεια», που γίνονταν προς τιμή της Δήμητρας και ήταν
γιορτές της συγκομιδής. Σε πολλά μέρη της χώρας τα πολυσπόρια λέγονται
ακόμα σήμερα με το αρχαίο τους όνομα: «πανσπερμιά».
*Δημήτρης Β. Καρέλης
Συγγραφέας -Αρθρογράφος - Πολιτισμολόγος,
Πτυχιούχος του τμήματος Σπουδών στον Ελληνικό Πολιτισμό
της Σχολής Ανθρωπιστικών Επιστημών του ΕΑΠ.